Μπήκε στο γήπεδο σκυφτός, σχεδόν με την ουρά στα σκέλια. Δύσκολο παιχνίδι και μάλιστα εκτός έδρας. Ανέβηκε σιγά-σιγά τη σκάλα και βρήκε μια θέση στην κερκίδα. Λίγοι και καλοί· οι πιο πιστοί που θα υποστήριζαν την ομάδα στον δύσκολο αγώνα.
Οι οπαδοί των γηπεδούχων...
κάθονταν πιο πέρα. Κι αυτοί ήταν λίγοι και καλοί. Πιστοί εξίσου.Το παιχνίδι στον πρώτο γύρο δεν είχε πάει καλά. Μια ντροπιαστική ήττα εντός έδρας και με σαράντα πόντους διαφορά, από έναν αντίπαλο που δεν είχε ιστορία ούτε και περγαμηνές. Ήττα από το πουθενά.
Έφταιγαν βέβαια οι επιλογές του προπονητή, τα σφυρίγματα του διαιτητή. Το σύστημα στην άμυνα, η αστοχία στην επίθεση, ήταν και απροετοίμαστη η ομάδα.
Έπειτα ήρθαν οι αλλαγές. Με νέο σύστημα, πιο έμπειροι από τα παιχνίδια της χρονιάς και με διαφορετική διαχείριση του υλικού. Η πίεση στον προπονητή είχε αποδώσει, όπως και η δουλειά στην ψυχολογία των παιχτών, που γέμισαν με άγχος για τη φανέλα και την ιστορία της που έπρεπε να κουβαλήσουν στους ώμους τους.
Ο διαιτητής σφύριξε, οι παίχτες έτρεξαν στους πάγκους για τις τελευταίες οδηγίες και δυο λεπτά μετά κύκλωσαν το κέντρο του γηπέδου για το τζάμπολ.
Ο αγώνας ήταν αμφίρροπος τα πρώτα λεπτά. Αστοχία, πολλά κλεψίματα, κοψίματα και αρκετές λάθος μπαλιές. Πάνω - κάτω οι πεντάδες και οι οπαδοί σε αναμμένα κάρβουνα. Έτοιμοι να χυμήξουν μες στο γήπεδο, να πάρουν την τύχη της ομάδας τους στα χέρια τους. “Κοίτα πώς έχασε την μπάλα...”, “... τσιμπίδια έχεις στα χέρια σου, ρε...”, Φάουλ!!!! Ρε!!!!!!... μπάλα είναι, όχι πεπόνι...”, “κοίτα, κοίτα ρε...”.
Ίσα που ακούστηκε η κόρνα της γραμματείας για το ημίχρονο όταν είχε σηκωθεί να φύγει για τσιγάρο. Κάπνισε αρειμανίως δύο - τρία μέχρι να ξαναμπεί στο γήπεδο και να ανέβει στην εξέδρα.
Ούτε ο αέρας τον βοήθησε ούτε και τα τσιγάρα. Μάταια οι φίλοι του ζήταγαν να σταματήσει. Στο στόχαστρο τώρα είχε μπει ο διαιτητής που πάντα σφύριζε λάθος. Κι όταν σφύριζε βολικά, τότε άκουγε ένα: “ΡΕ… πώς το ’παθες;”.
Και όλοι τον παρακαλούσαν να σταματήσει, φίλοι και αντίπαλοι, και εκείνος δεν έπαιρνε ούτε με το καλό ούτε με τ’ άγριο. Κι ας κέρδιζε η ομάδα του. Κι ας κάλυψε τη διαφορά από τον πρώτο γύρο.
Κι ας πέταξε και ο προπονητής των γηπεδούχων λευκή πετσέτα και έβαλε στο παιχνίδι όλα τα πιτσιρίκια για να χαρούνε τη συμμετοχή τους στο παιχνίδι, όπως συνηθίζεται όταν παίζουν τα παιδάκια στις ομάδες.
Του είχε στοιχίσει που έκλεισε η διαφορά από τους σαράντα στους τριάντα πόντους με το σφύριγμα της λήξης. Έτρεξε να πανηγυρίσει, αλλά δεν χάρηκε κανείς μαζί του για τη νίκη. Άλλο ο φανατισμός και άλλο η ομάδα.
Μπάμπης Χριστακόπουλος
avgi.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου